Το φράγμα του Μαραθώνα & η ύδρευση της Αθήνας

  Ήδη απ’ τη μυθολογία, οι δύο Ολύμπιοι Θεοί, Ο Ποσειδώνας και η Αθηνά διεκδίκησαν να δώσουν το όνομα τους στην πόλη που είχε ιδρύσει ο Θησέας στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Στον αγώνα τους, ο Ποσειδώνας προσέφερε ως δώρο στην πόλη το νερό, ενώ η Αθηνά το ελαιόδεντρο. Οι κάτοικοι όμως απέρριψαν το δώρο του και το όνομα του Θεού του νερού, γεγονός το οποίο τον εξόργισε και επέλεξαν της Αθηνάς. Ως τιμωρία ο Ποσειδώνας, για την πόλη που υποτίμησε το δώρο του, την  καταδίκασε να ταλαιπωρείται με το πρόβλημα της λειψυδρίας. Έτσι λοιπόν, η Αθήνα «πλήρωνε» και ακόμα «πληρώνει» την αχαριστία που έδειξε στο Θεό. Ο μύθος αυτός ωστόσο αποτυπώνει την παλαιότητα του προβλήματος, και κατά συνέπεια το μέγεθος της ταλαιπωρίας που έχουν υποστεί μέσα στο χρόνο οι Αθηναίοι.   

      Καθώς η κατάρα απειλούσε πάντα την Αττική γη, οι αρχαίοι Αθηναίοι πέρα από την εξασφάλιση της ποσότητας του νερού μέσω των τεχνικών έργων, φρόντιζαν και για τη διατήρηση της ποιοτικής τους στάθμης . Στην ιστορία της πόλης των Αθηνών, οι ρυθμίσεις σχετικά με τη διαχείριση του νερού περιλαμβάνονται στη νομοθεσία του Σόλωνα.

     Παρά το γεγονός ότι στην Αττική έρρεαν αρκετά ποτάμια, μόνο ο Ιλισός και ο Κηφισός μπορούν να θεωρηθούν ποτάμια με την ευρύτερη έννοια. Αν και είχαν βαθιές γραμμές τα νερά τους ήταν λιγοστά. Ο Ηριδανός, ο Κυκλόβορος και ο Ποδονίφτης περισσότερο ως χείμαρροι μπορούν να θεωρηθούν, καθώς γέμιζαν μόνο κατά τις βροχερές ημέρες. Τα λιγοστά όμως νερά του λεκανοπεδίου ήταν άριστης ποιότητας και οι Αθηναίοι που τα έπιναν χαρακτηρίζονταν “εύφωνοι” και “ευμήμονες”.  Έτσι λόγω της ανεπάρκειας άλλων πηγών υδροληψίας, η ύδρευση της Αθήνας γινόταν κυρίως από πηγές και πηγάδια. Πηγές ανάβλυζαν και από το λόφο της Ακρόπολης όπως η Κλεψύδρα, οι πηγές του Ασκληπιείου, η Ερεχθηίδα θάλασσα.

     Αξίζει να γίνει αναφορά για τις Κρήνες στην αρχαία Αθήνα. Τα δροσερά μνημεία των κρηνικών αναδείκνυαν πολλές πηγές σε σημεία αισθητικής έκφρασης. Αρκετά γνωστή ήταν η πηγή Εννεάκρουνος, μία περίτεχνη κατασκευή με εννέα κρουνούς, όπου λούζονταν οι νεόνυμφοι. Περίφημες ήταν και οι Κρήνες στη στοά του Αττάλου και στους πρόποδες του Αρείου Πάγου. Λύση στο πρόβλημα της υδροδότησης, προσέφεραν αρκετά συχνά και τα πηγάδια, όπως τα αρχαία κτιστά πηγάδια της Φραττύδας.

     Κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής κατάκτησης που ξεκίνησε τον 1ο αι. η Αθήνα κυριεύτηκε από το Ρωμαίο στρατηγό, και τότε μιλάμε για την πρώτη δημιουργική παρέμβαση, για την πιο συστηματική υδροδότηση της Αθήνας.

     Τον 2ο αι. απ’ τα  σημαντικότερα έργα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού,  ήταν και η κατασκευή του Αδριάνειου Υδραγωγείου, το οποίο αποτελεί το πρώτο μεγάλο υδροδοτικό έργο στην ιστορία της πόλης των Αθηνών. Η κατασκευή του άρχισε το 130 μ.Χ και ολοκληρώθηκε το 140 μ.Χ. Σκοπός του υδραγωγείου ήταν αρχικά η υδροδότηση της « Πόλης του Αδριανού», όπου κάλυπτε όλο σημερινό πάρκο του Ζαππείου, από το Καλλιμάρμαρο μέχρι τη Βουλή.

     Το υδραγωγείο ήταν μία υπόγεια σήραγγα με συνολικό μήκος περίπου 25χλμ. Η οποία σκάφτηκε όλη με τα χέρια, και χρησιμοποιούσαν απλά εργαλεία όπως σφυρί και καλέμι. Το Αδριάνειο ήταν σχεδιασμένο ώστε να μαζεύει νερό, κατά μήκος όλης της χάραξης με πολλά υδρομαστευτικά έργα, όπως πηγάδια με υπόγειες σήραγγες ή μικρά υδραγωγεία που μετέφεραν νερό από άλλες πηγές. Υπήρχαν επίσης υδραγωγεία όπως του Χαλανδρίου, του Κοκκιναρά, της Κιθάρας, και του Μονοπατίου. Το Αδριάνειο υδραγωγείο ξεκινούσε από την περιοχή του Τατοϊου και μετέφερε νερό σε μία δεξαμενή που κατασκευάστηκε στο λόφο του Λυκαβηττού, την Αδριάνειο δεξαμενή χωρητικότητας 500 κυβικών μέτρων. Το υδραγωγείο και η δεξαμενή αυτή υδροδότησαν την Αθήνα μέχρι την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Τότε το υδραγωγείο εγκαταλείφθηκε με αποτέλεσμα να πέσουν τοιχώματα του και να φραχθεί από χώματα.

     Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Τούρκους, η ανάγκη για αντιμετώπιση των αυξημένων αναγκών ύδρευσης των κατοίκων οδήγησε στην ανακάλυψη του αρχαίου υδραγωγείου, το οποίο αφού καθαρίστηκε και επισκευάστηκε, λειτούργησε και πάλι το 1840. Το 1870 ανακαλύφθηκε η Αδριάνειος δεξαμενή, η οποία ανακατασκευάστηκε φτάνοντας στα 2.200 κυβικά μέτρα και λειτούργησε μέχρι το 1940. Όμως το 1922 η  έλευση των προσφύγων, επιδείνωσε την κατάσταση της ύδρευσης. Την επισκευή και βελτίωση της παροχής νερού του υδραγωγείου, ανέλαβε η αμερικανική εταιρεία  ULEN Comporation, με την κατασκευή του φράγματος Μαραθώνα και της σήραγγας Μπογιατίου.  Έτσι, το Αδριάνειο υδραγωγείο έπαψε να είναι η κύρια πηγή νερού στην Αθήνα και απλά λειτούργησε για πολλά χρόνια ως συμπληρωματική πηγή νερού μέχρι να εγκαταλειφθεί σταδιακά.

     Κατά τη Βυζαντινή εποχή (324-1453μ.Χ) και τη Φραγκοκρατία (1205-1456 μ.Χ), δεν γίνεται καμία αναφορά νέων έργων, ή συντήρησης των ήδη υπαρχόντων. Μάλιστα γίνεται αναφορά ότι οι Φράγκοι μόλυναν τα νερά του Ιλισού. Η περίοδος της Τουρκοκρατίας, δεν σημαδεύτηκε από κανένα έργο πολιτισμού και συνεπώς από κανένα υδρευτικό έργο. Το Αδριάνειο υδραγωγείο και η Αδριάνειος δεξαμενή, αλλά και τα περισσότερα μικρά υδραγωγεία  που λειτούργησαν από την αρχαιότητα, έπαψαν πια να χρησιμοποιούνται. Τις τελευταίες δεκαετίες της τουρκικής κατάκτησης κατασκευάστηκαν τα υδραγωγεία του Χασεκή, του Τσακουμάκου, του Αγά, του Γουδή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι κάτοικοι να στραφούν στην κατασκευή πηγαδιών στα σπίτια για την ύδρευση τους.

      Κατά τη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων με τους Τούρκους, σημειώθηκαν πολλές καταστροφές στην υδροδοτική υποδομή της πόλης. Έτσι μετά την απελευθέρωση το πρόβλημα ύδρευσης έγινε ακόμα σοβαρότερο. Με πρωτοβουλία της εκάστοτε δημοτικής αρχής, έγιναν πολλά έργα όπως επισκευές  και καθαρισμοί των υδραγωγείων.

      Σχεδόν ανεπαρκείς ήταν οι ελάχιστες δημοτικές βρύσες περίπου 55,  που υπήρχαν στην Αθήνα το 19ο αι.. Οι συνθήκες αυτές ωστόσο ευνοούσαν τους νερουλάδες που μετέφεραν και πουλούσαν νερό στην Αθήνα, από τις πηγές των γύρω χωριών όπως της Κηφισιάς και του Αμαρουσίου. Μέχρι το 1924 η Αθήνα υδρευόταν κυρίως από τα νερά των πηγών της Πάρνηθας και από τον υπόγειο υδροφορέα.

     Η αύξηση όμως του πληθυσμού της Αθήνας δημιούργησε νέες ανάγκες. Έτσι το 1925 άρχισαν να κατασκευάζονται τα πρώτα σύγχρονα έργα ύδρευσης στην πρωτεύουσα. Τη χρονιά αυτή υπογράφηκε σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού δημοσίου, της Αμερικανικής εταιρείας ULEN και της τράπεζας Αθηνών, για τη χρηματοδότηση και κατασκευή έργων ύδρευσης της Αθήνας. Το πρώτο μεγάλο έργο ήταν η κατασκευή του φράγματος  στο  Μαραθώνα.

ΤΟ ΦΡΑΓΜΑ ΤΟΥ ΜΑΡΑΘΩΝΑ

     Η δόμηση του φράγματος άρχισε τον Οκτώβριο του 1926, στο σημείο που συναντούσε ο Χάραδρος το ρέμα του Βαρνάβα, δημιουργώντας έτσι τη λίμνη του Μαραθώνα.

      Για την κατασκευή του φράγματος εργάστηκαν 900 άτομα, τα οποία κατοικούσαν μέσα στο εργοτάξιο, σε ειδικούς καταυλισμούς που υπάρχουν μέχρι και σήμερα. Το φράγμα είναι επενδυμένο όλο με Πεντελικό μάρμαρο, γεγονός που αποτελεί παγκόσμια μοναδικότητα. Για τη μεταφορά του νερού από το Μαραθώνα στην Αθήνα, κατασκευάστηκε η σήραγγα Μπογιατίου για την οποία εργάστηκαν 450 άτομα για πέντε χρόνια.

     Στις 3 Ιουνίου του 1931 διοχετεύτηκε για πρώτη φορά το νερό του Μαραθώνα για την ύδρευση της Αθήνας. Τα εγκαίνια έγιναν μπροστά  στην κρήνη που ανέβρυσε το νερό, μπροστά στους στύλους του Ολυμπίου Διός. Παρόντες ήταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ναύαρχος Κουντουριώτης και ο Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος.

      Η ULEN είχε την εκμετάλλευση από τη λίμνη του Μαραθώνα ως το 1973, οπότε την ανέλαβε η Ελληνική Εταιρεία Υδάτων. Η χωρητικότητα της λίμνης του Μαραθώνα είναι 41.000.000 m3, η επιφάνεια του ταμιευτήρα καλύπτει 2,40 km2 , η στάθμη υπερχείλισης αγγίζει τα 223m, ενώ οι διαστάσεις του φράγματος σε ύψος, μήκος και πλάτος στο ανώτατο σημείο είναι 54m, 285m και 450m αντίστοιχα, δηλαδή όγκου του φράγματος ίσου με 172.000 m3.

       Ο συνεχώς αυξανόμενος πληθυσμός της Αθήνας δεν μπορούσε να εξυπηρετηθεί πλέον από τη λίμνη του Μαραθώνα, γι’ αυτό από το 1946 ως το 1957, το νερό της λίμνης ενισχύθηκε με  40.000.000 m3   νερού από τις πηγές του Κάτω Σουλίου.

     Το 1957 διοχετεύθηκαν στη λίμνη του Μαραθώνα και τα νερά της λίμνης Υλίκης. Το 1979 ενισχύθηκε η υδροδότηση της Αθήνας με τα νερά του Μόρνου ποταμού και το 1992 με ένα μέρος του Εύηνου ποταμού, του ο οποίου το φράγμα δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί.              

      Στο μέσον της βάσης του φράγματος, προς την ανατολική πλευρά είναι κτισμένος ένας μικρός ναός, στη μέση ενός ωραίου κήπου. Ο ναός αυτός ονομάζεται “Θησαυρός” και είναι αντίγραφο του Θησαυρού, που αφιέρωσαν στο Θεό Απόλλωνα στους Δελφούς οι Αθηναίοι, μετά τη Μάχη του Μαραθώνα. Το στόλισαν επίσης με  όπλα και βαρβαρικούς θησαυρούς που εγκατέλειψαν στο πεδίο της μάχης οι Πέρσες.                                   

      Αργότερα όμως, λόγω της  αύξησης του πληθυσμού της Αθήνας, θεωρήθηκε αναγκαία η χρησιμοποίηση της φυσικής λίμνης Υλίκης, που βρίσκεται στη Βοιωτία. Η λίμνη αυτή βρίσκεται σε χαμηλό υψόμετρο, και έτσι η άντληση του νερού έγινε με πλωτά και χερσαία αντλιοστάσια. Αξίζει να σημειωθεί επίσης, ότι το κεντρικό αντλιοστάσιο της είναι το μεγαλύτερο στην Ευρώπη. Η εκμετάλλευση των νερών της ξεκίνησε το 1959 και η παροχετευτική της απόδοση υπολογίζεται σήμερα, σε 750.000 κ.μ νερού την ημέρα.

      Το 1974 μεταβιβάζονται εξ’ ολοκλήρου στην ΕΕΥ (Ελληνική Εταιρεία Υδάτων), που γίνεται ο μοναδικός φορέας διαχείρισης ύδρευσης της πόλης, οι αρμοδιότητες για την υδροδότηση της Αθήνας που μέχρι τότε είχε η εταιρεία ULEN. Αυτό θα ισχύσει μέχρι το 1980, όταν αλλάζει το θεσμικό πλαίσιο για τη διαχείριση της ύδρευσης και αποχέτευσης στην Αθήνα, και περνά μεταξύ των οργανισμών ΕΕΥ και του ΟΑΠ αντίστοιχα. Ακολούθως οι δύο αυτοί οργανισμοί συγχωνεύονται σε έναν πλέον ενιαίο φορέα διαχείρισης της ύδρευσης και αποχέτευσης της Αθήνας, την ΕΥΔΑΠ. Έτσι λοιπόν, διαμορφώνονται και χειρίζονται από έναν πλέον φορέα δραστηριότητες και έργα τα οποία έως τότε αντιμετωπίζονταν χωριστά.

    Ένα νέο έργο, το οποίο ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για την ενίσχυση της υδροδότησης, ήταν αυτό που έγινε στον ποταμό Μόρνο. Οι εργασίες για την κατασκευή του άρχισαν το 1969, ενώ  η κανονική λειτουργία του φράγματος και του υδραγωγείου το 1981. Πρόκειται για το υψηλότερο χωμάτινο φράγμα της Ευρώπης, ύψους 126μ. και δημιουργεί μία τεχνητή λίμνη χωρητικότητας 780 εκατομ. κ.μ. Το νερό φτάνει στην Αθήνα διαμέσου του ομώνυμου υδραγωγείου το οποίο είναι το δεύτερο μεγαλύτερο υδραγωγείο στην Ευρώπη, μήκους 192 χλμ.

      Επίσης αξιοσημείωτο είναι ένα ακόμα έργο, η εκτροπή του ποταμού Ευήνου προς τον ταμιευτήρα του Μόρνου με την κατασκευή φράγματος και σήραγγας. Το έργο αυτό άρχισε να δημιουργείται το 1992.  Η ενωτική σήραγγα που φέρνει τα νερά του Ευήνου στον ταμιευτήρα του Μόρνου, ολοκληρώθηκε σε λιγότερο από δύο χρόνια, γεγονός που αποτελεί παγκόσμιο επίτευγμα για ολοκλήρωση σήραγγας μεγάλου μήκους. Το μήκος της φτάνει τα 29,4 χλμ. και ενισχύει με 100 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού το χρόνο τον ταμιευτήρα του Μόρνου. Όταν ολοκληρώθηκε το φράγμα η ποσότητα νερού που παρείχε το χρόνο ήταν 220 εκατομμύρια κ.μ .

       Τα υδραγωγεία του Μόρνου και της Υλίκης επικοινωνούσαν μεταξύ τους με ενωτικά υδραγωγεία. Η ύπαρξη των οποίων επιτρέπει τον έλεγχο, τη συντήρηση και επισκευή των εγκαταστάσεων τους, καθώς και δυνατότητα παύσης της λειτουργίας του ενός από τα δύο.

     Μέσω των δύο υδραγωγείων του Μόρνου και της Υλίκης, που μαζί με τα ενωτικά τους φτάνουν σε μήκος τα 500 χλμ. το νερό τους  μεταφέρεται σε τέσσερις μονάδες επεξεργασίας: του Γαλατσίου, των Κιούρκων, του Μενιδίου και του Ασπροπύργου. 

        Σ’ αυτές τις εγκαταστάσεις το νερό καθαρίζεται  και απολυμαίνεται, με χλώριο που το απαλλάσσει από μικροοργανισμούς και μικρόβια. Έτσι λοιπόν, παραδίδεται για κατανάλωση, με άριστη ποιότητα που το κατατάσσει ανάμεσα στα καλύτερα της Ευρώπης. Σήμερα το σύνολο εγκαταστάσεων επεξεργασίας νερού, σε διάφορα σημεία της πόλης ανέρχονται σε 45.

      Η αξία του νερού ως δώρο από τη φύση για τον άνθρωπο, είναι ανεκτίμητη. Για την αποθήκευση του, την επεξεργασία του αλλά και τη μεταφορά του ξοδεύονται τεράστια ποσά. Γι’ αυτό το λόγο ακριβώς το νερό πωλείται, προκειμένου να εξασφαλιστεί η παροχή του πολύτιμου αυτού αγαθού, και να βελτιώνονται οι εργασίες που παρέχουν το νερό από τις πηγές στις βρύσες μας.